ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΚΑΛΦΑ
Ικανός αφηγητής, πολυεπίπεδος, με πλούσιες γνώσεις (πολιτική παιδεία, παραδοσιακή και νεωτερική λογοτεχνία, αρχαιόθεμες αναφορές), ο Απόστολος Λυκεσάς (Επανωμή Θεσσαλονίκης 1963) έχει στο ενεργητικό του 4 βιβλία ποίησης, 2 μυθιστορήματα και μία λίαν ενδιαφέρουσα συλλογή με «Διηγήσεις ευχαριστημένων ανθρώπων».
Παράλληλα, διακονεί και την δημοσιογραφική τέχνη, αφού σε αυτήν, πέρα από το αυτονόητο ερευνητικό αντικείμενο που είναι το ρεπορτάζ ή οι ερμηνείες του τρέχοντος πολιτικού και κοινωνικού σκηνικού, εκφράζονται και οι γενικότερες γλωσσικές και αισθητικές πεποιθήσεις του συγγραφέα μας: την ώρα του καθημερινού ρεπορτάζ ο πολιτικός αναλυτής συνδέεται στενά και συνομιλεί με τον οξύ ποιητή και συγγραφέα μυθιστορημάτων Απόστολο Λυκεσά, χωρίς ανάμεσα στους δύο χώρους (δημοσιογραφίας και λογοτεχνίας) να υπάρχει αντίφαση. Τολμώ να φέρω ως ανάλογο το παράδειγμα του συνομήλικού μου ποιητή Παντελή Μπουκάλα, επίσης δημοσιογράφου/αρθρογράφου με ποικίλη λογοτεχνική δραστηριότητα (δοκίμιο, βιβλιοκριτική, μεταφράσεις και μελετήματα νεοελληνικού ενδιαφέροντος) δραστηριότητες οι οποίες στέκουν κοντά κοντά στο δημοσιογραφικό έργο. Το ενισχύουν, το υποστηρίζουν, δανείζουν και δανείζονται η μία περιοχή από την άλλη ιδέες και προτάσεις, γλωσσικό ήθος και ιδεολογία, χωρίς καμία αντίφαση ή αβαρία.
Σε ό,τι αφορά την ποιητική του θα γράψει ένας κριτικός: «Διαθέτει τρία σημαντικά πλεονεκτήματα, τρεις κρίσιμες και δυσεύρετες κατακτήσεις ο ποιητικός λόγος του Απόστολου Λυκεσά. Είναι η αποδιάρθρωση της συνήθους και απρόσκοπτης, δηλαδή τελικά πεζής ροής της γλώσσας, που την επιτυγχάνει με μια εξπρεσιονιστικής τεχνικής αφαιρετικότητα. Είναι το λεκτικό υλικό του, που το αντλεί με άνεση από διάφορα και διαφορετικά πολιτισμικά στρώματα, κερδίζοντας όμως διά της αφαιρετικότητας το στοίχημα της ομοιογένειας. Είναι ένας ρυθμός που δεν σπάζει, που δεν διστάζει, ούτε μπροστά στην πιο ισχυρή εικόνα ή μπροστά στην πιο βαριά έννοια. […] η συλλογή του Λυκεσά αποτελεί ένα προκεχωρημένο δείγμα/τεκμήριο των αναζητήσεων και των απαιτήσεων του ποιητικού λόγου της εποχής μας, και συγκεκριμένα εκείνης της περιοχής του που προσπαθεί να τιθασεύσει την ένταση που παράγουν τα μεγάλα κοινωνικά γεγονότα, και να την οδηγήσει μέσα στον κόσμο και στη μορφή ενός επίσης σύγχρονου στίχου.
θεολογία ξημερώνει
αν σου ζητούν θυσίες
θα βγεις μετανιωμένος»
(Κώστας Βούλγαρης, «Άγος εποχής: ποίηση;», εφ. Αυγή, 4/10/14, στην κριτική για το βιβλίο Μινώταυρος στο Σούνιο, εκδόσεις Νησίδες, 2014).
Σε ό,τι αφορά, από την άλλη, το μυθιστορηματικό σύμπαν του συγγραφέα, η καλή και ευαίσθητη κριτικός Μάρη Θεοδοσοπούλου, αποτιμώντας τη λογοτεχνική, μυθιστορηματική στόφα του πρώτου μυθιστορήματος θα υποστηρίξει: «Ευχάριστη έκπληξη το αστυνομικό του Απόστολου Λυκεσά, Μπλάνκο (Εστία). Αν και κάπως άτολμο, παρουσιάζει ενδιαφέρον χάρις στην υποβόσκουσα σάτιρα του λογοτεχνικού σιναφιού» (1/12/2005). Σε εκτενή κριτική της λίγα χρόνια αργότερα για το μυθιστόρημα «Το τσίρκο των ψύλλων» θα πει πως το βιβλίο είναι κατ’ επίφασιν αστυνομικό ενώ διαθέτει και πολλές άλλες αρετές: «Το μυθιστόρημα του Λυκεσά ανήκει στο είδος των βιβλίων που ενδείκνυται να διαβάζονται σε αργούς ρυθμούς, για την απόλαυση κάθε σελίδας, και όχι πηδώντας σειρές ή και σελίδες για την υπόθεση και την έκβαση της πλοκής. Κι αυτό, γιατί ο συγγραφέας συνδυάζει τον πυκνό και συχνά καυστικό σχολιασμό, γενικώς, για τα ανθρώπινα, και ειδικώς, για τα κακώς κείμενα στην Αμεριμνησία με ποιητικές συλλήψεις. Ως ενδεικτικά παραδείγματα αναφέρουμε τις προσευχές του αγιογράφου, όταν οι ερωτιδείς μπλέκονται στη φαντασία του με τους αγγέλους, κάνοντας το πινέλο του να παραστρατεί, και τις κοινωνικοπολιτικές αναλύσεις του διανοούμενου ήρωα, εκείνες που κάνει στο κρεβάτι, με τη σύντροφο δίπλα του, αντί των γνωστών και ενδεικνυόμενων δραστηριοτήτων. Σε μια περίπτωση, λ.χ., της εξηγεί το πώς το ζεϊμπέκικο και τα σκυλάδικα αλώθηκαν, κάπου στις αρχές της δεκαετίας του '80, από αυτούς που, με το έτσι θέλω, το χόρεψαν φορώντας σπορτέξ. Εν ολίγοις, πρόκειται για ένα απολαυστικό μυθιστόρημα με θέμα τους συγχρόνους μας Αμεριμνησιώτες, απευθυνόμενο σε γρηγορούντες αναγνώστες». (εφ. Ελευθεροτυπία, Βιβλιοθήκη, Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2010).
Στην ερώτηση που έγινε κάποτε στον Απόστολο Λυκεσά «-Η ενασχόληση με την γραφή τι αντιπροσωπεύει για την ζωή σας;» θα απαντήσει ο ποιητής και δημοσιογράφος: «Το μόνο που κατανοώ είναι ότι δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Δεν ξέρω πώς μπορεί να ακουστεί αλλά όταν σε επισκέπτονται φάσματα, δεν έχεις πολλά περιθώρια αντίστασης. Πρέπει να «μεταφράσω» αυτές, τις εκείθεν του παρόντος φωνές, γιατί απλώς δεν δικαιούμαι να τις φιμώσω. Επιπλέον, ευτυχώ μαζί τους και δυστυχώ στην απουσία τους. Κάποιοι το λένε μεταφυσική, άλλοι καλλιτεχνική διάσταση. Προσωπικά το ορίζω ως «επώδυνοι γλυκασμοί της Ελευθερίας». Οπότε η γραφή είναι η μέθοδος να μην εξημερωθώ. (fractalart.gr).
Γραφή λοιπόν και δημοσιογραφία συνθέτουν ένα αξεδιάλυτο σύνολο αρχών, ποιητικής και ηθικής στάσης, έτσι που νομίζω πως η έκφραση «επώδυνοι γλυκασμοί της ελευθερίας» είναι εύστοχη εξαιτίας της παπαδιαμαντικής και σολωμικής αντίληψης που υποδηλώνει.
Ικανός αφηγητής, πολυεπίπεδος, με πλούσιες γνώσεις (πολιτική παιδεία, παραδοσιακή και νεωτερική λογοτεχνία, αρχαιόθεμες αναφορές), ο Απόστολος Λυκεσάς (Επανωμή Θεσσαλονίκης 1963) έχει στο ενεργητικό του 4 βιβλία ποίησης, 2 μυθιστορήματα και μία λίαν ενδιαφέρουσα συλλογή με «Διηγήσεις ευχαριστημένων ανθρώπων».
Παράλληλα, διακονεί και την δημοσιογραφική τέχνη, αφού σε αυτήν, πέρα από το αυτονόητο ερευνητικό αντικείμενο που είναι το ρεπορτάζ ή οι ερμηνείες του τρέχοντος πολιτικού και κοινωνικού σκηνικού, εκφράζονται και οι γενικότερες γλωσσικές και αισθητικές πεποιθήσεις του συγγραφέα μας: την ώρα του καθημερινού ρεπορτάζ ο πολιτικός αναλυτής συνδέεται στενά και συνομιλεί με τον οξύ ποιητή και συγγραφέα μυθιστορημάτων Απόστολο Λυκεσά, χωρίς ανάμεσα στους δύο χώρους (δημοσιογραφίας και λογοτεχνίας) να υπάρχει αντίφαση. Τολμώ να φέρω ως ανάλογο το παράδειγμα του συνομήλικού μου ποιητή Παντελή Μπουκάλα, επίσης δημοσιογράφου/αρθρογράφου με ποικίλη λογοτεχνική δραστηριότητα (δοκίμιο, βιβλιοκριτική, μεταφράσεις και μελετήματα νεοελληνικού ενδιαφέροντος) δραστηριότητες οι οποίες στέκουν κοντά κοντά στο δημοσιογραφικό έργο. Το ενισχύουν, το υποστηρίζουν, δανείζουν και δανείζονται η μία περιοχή από την άλλη ιδέες και προτάσεις, γλωσσικό ήθος και ιδεολογία, χωρίς καμία αντίφαση ή αβαρία.
Σε ό,τι αφορά την ποιητική του θα γράψει ένας κριτικός: «Διαθέτει τρία σημαντικά πλεονεκτήματα, τρεις κρίσιμες και δυσεύρετες κατακτήσεις ο ποιητικός λόγος του Απόστολου Λυκεσά. Είναι η αποδιάρθρωση της συνήθους και απρόσκοπτης, δηλαδή τελικά πεζής ροής της γλώσσας, που την επιτυγχάνει με μια εξπρεσιονιστικής τεχνικής αφαιρετικότητα. Είναι το λεκτικό υλικό του, που το αντλεί με άνεση από διάφορα και διαφορετικά πολιτισμικά στρώματα, κερδίζοντας όμως διά της αφαιρετικότητας το στοίχημα της ομοιογένειας. Είναι ένας ρυθμός που δεν σπάζει, που δεν διστάζει, ούτε μπροστά στην πιο ισχυρή εικόνα ή μπροστά στην πιο βαριά έννοια. […] η συλλογή του Λυκεσά αποτελεί ένα προκεχωρημένο δείγμα/τεκμήριο των αναζητήσεων και των απαιτήσεων του ποιητικού λόγου της εποχής μας, και συγκεκριμένα εκείνης της περιοχής του που προσπαθεί να τιθασεύσει την ένταση που παράγουν τα μεγάλα κοινωνικά γεγονότα, και να την οδηγήσει μέσα στον κόσμο και στη μορφή ενός επίσης σύγχρονου στίχου.
θεολογία ξημερώνει
αν σου ζητούν θυσίες
θα βγεις μετανιωμένος»
(Κώστας Βούλγαρης, «Άγος εποχής: ποίηση;», εφ. Αυγή, 4/10/14, στην κριτική για το βιβλίο Μινώταυρος στο Σούνιο, εκδόσεις Νησίδες, 2014).
Σε ό,τι αφορά, από την άλλη, το μυθιστορηματικό σύμπαν του συγγραφέα, η καλή και ευαίσθητη κριτικός Μάρη Θεοδοσοπούλου, αποτιμώντας τη λογοτεχνική, μυθιστορηματική στόφα του πρώτου μυθιστορήματος θα υποστηρίξει: «Ευχάριστη έκπληξη το αστυνομικό του Απόστολου Λυκεσά, Μπλάνκο (Εστία). Αν και κάπως άτολμο, παρουσιάζει ενδιαφέρον χάρις στην υποβόσκουσα σάτιρα του λογοτεχνικού σιναφιού» (1/12/2005). Σε εκτενή κριτική της λίγα χρόνια αργότερα για το μυθιστόρημα «Το τσίρκο των ψύλλων» θα πει πως το βιβλίο είναι κατ’ επίφασιν αστυνομικό ενώ διαθέτει και πολλές άλλες αρετές: «Το μυθιστόρημα του Λυκεσά ανήκει στο είδος των βιβλίων που ενδείκνυται να διαβάζονται σε αργούς ρυθμούς, για την απόλαυση κάθε σελίδας, και όχι πηδώντας σειρές ή και σελίδες για την υπόθεση και την έκβαση της πλοκής. Κι αυτό, γιατί ο συγγραφέας συνδυάζει τον πυκνό και συχνά καυστικό σχολιασμό, γενικώς, για τα ανθρώπινα, και ειδικώς, για τα κακώς κείμενα στην Αμεριμνησία με ποιητικές συλλήψεις. Ως ενδεικτικά παραδείγματα αναφέρουμε τις προσευχές του αγιογράφου, όταν οι ερωτιδείς μπλέκονται στη φαντασία του με τους αγγέλους, κάνοντας το πινέλο του να παραστρατεί, και τις κοινωνικοπολιτικές αναλύσεις του διανοούμενου ήρωα, εκείνες που κάνει στο κρεβάτι, με τη σύντροφο δίπλα του, αντί των γνωστών και ενδεικνυόμενων δραστηριοτήτων. Σε μια περίπτωση, λ.χ., της εξηγεί το πώς το ζεϊμπέκικο και τα σκυλάδικα αλώθηκαν, κάπου στις αρχές της δεκαετίας του '80, από αυτούς που, με το έτσι θέλω, το χόρεψαν φορώντας σπορτέξ. Εν ολίγοις, πρόκειται για ένα απολαυστικό μυθιστόρημα με θέμα τους συγχρόνους μας Αμεριμνησιώτες, απευθυνόμενο σε γρηγορούντες αναγνώστες». (εφ. Ελευθεροτυπία, Βιβλιοθήκη, Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2010).
Στην ερώτηση που έγινε κάποτε στον Απόστολο Λυκεσά «-Η ενασχόληση με την γραφή τι αντιπροσωπεύει για την ζωή σας;» θα απαντήσει ο ποιητής και δημοσιογράφος: «Το μόνο που κατανοώ είναι ότι δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Δεν ξέρω πώς μπορεί να ακουστεί αλλά όταν σε επισκέπτονται φάσματα, δεν έχεις πολλά περιθώρια αντίστασης. Πρέπει να «μεταφράσω» αυτές, τις εκείθεν του παρόντος φωνές, γιατί απλώς δεν δικαιούμαι να τις φιμώσω. Επιπλέον, ευτυχώ μαζί τους και δυστυχώ στην απουσία τους. Κάποιοι το λένε μεταφυσική, άλλοι καλλιτεχνική διάσταση. Προσωπικά το ορίζω ως «επώδυνοι γλυκασμοί της Ελευθερίας». Οπότε η γραφή είναι η μέθοδος να μην εξημερωθώ. (fractalart.gr).
Γραφή λοιπόν και δημοσιογραφία συνθέτουν ένα αξεδιάλυτο σύνολο αρχών, ποιητικής και ηθικής στάσης, έτσι που νομίζω πως η έκφραση «επώδυνοι γλυκασμοί της ελευθερίας» είναι εύστοχη εξαιτίας της παπαδιαμαντικής και σολωμικής αντίληψης που υποδηλώνει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου