ΠΙΕΡΙΚΗ - Συνεχής ενημέρωση - Δύναμή μας οι αναγνώστες μας - ΠΙΕΡΙΚΗ - Είστε η φωνή μας - pieriki.blogspot.com - Εδώ διαβάζεις ειδήσεις

23/1/25

Η Κοιμωμένη του Χαλεπά ....

 


Η Κοιμωμένη του Χαλεπά είναι γλυπτό του γνωστού Έλληνα γλύπτη, Γιαννούλη Χαλεπά, στη μορφή της Σοφίας Αφεντάκη. Φιλοτεχνήθηκε τη δεκαετία 1880 και τοποθετήθηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών. Το γλυπτό παρουσιάζει την Σοφία Αφεντάκη ξαπλωμένη, με στραμμένο το κεφάλι προς τα δεξιά, πάνω σε ένα μαξιλάρι και με το αριστερό της χέρι, κρατάει έναν σταυρό πάνω στο στήθος. Θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα τέχνης ανάμεσα στα γλυπτά του Α' Νεκροταφείου Αθηνών, καθώς και ένα από τα πιο καθοριστικά έργα για τη φήμη του Χαλεπά.

Η Σοφία Αφεντάκη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1856 και καταγόταν από την Κίμωλο. Ο πατέρας της ήταν ο Κωνσταντίνος Αφεντάκης. Η ίδια απεβίωσε από φυματίωση στις 17 Δεκεμβρίου 1873. Ο θείος της, και ένας από τους Μεγάλους Ευεργέτες, Γεώργιος Οικονόμου Αφεντάκης, παρήγγειλε στον Γιαννούλη Χαλεπά να φιλοτεχνήσει ένα ταφικό μνημείο για την όμορφη κόρη. Το θλιβερό αυτό γεγονός του πρόωρου θανάτου της νεαρής Αφεντάκη, στάθηκε η αφορμή για την δημιουργία του τρίτου κατά σειρά αριστουργήματος του Χαλεπά και ίσως του πιο αναγνωρισμένου νεοελληνικού αγάλματος, αυτό της «Kοιμωμένης του Χαλεπά».
Το άγαλμα «της κοιμωμένης» αναπαριστά την Σοφία Αφεντάκη σε λευκό μάρμαρο ξαπλωμένη ολόσωμη, σε ένα ανάκλιντρο, επάνω σε τσαλακωμένα σεντόνια. Το κεφάλι της γέρνει απαλά στο πλούσια διακοσμημένο με κεντήματα μαξιλάρι κρατώντας έναν σταυρό στο ένα χέρι, ενώ το άλλο της χέρι πέφτει απαλά στα σεντόνια με το ένα της πόδι να είναι ελαφρά ανασηκωμένο. Ουσιαστικά, φιλοτεχνεί το ολόσωμο πορτραίτο μιας ζωντανής κοπέλας που έχει μόλις αποκοιμηθεί.
Το άγαλμα «Η Κοιμωμένη του Χαλεπά» παραμένει μέχρι και σήμερα στον τάφο της οικογένειας, στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών.
Δυό λόγια γιά την επίσκεψη του Γιαννούλη Χαλεπά στο νεκροταφείο, στα 1930, για να δει μετά από πολλά χρόνια την «Κοιμωμένη».
Ο Στρατής Δούκας περιγράφει την επίσκεψη του Γιαννούλη Χαλεπά στο νεκροταφείο, στα 1930, για να δει μετά από πολλά χρόνια την «Κοιμωμένη»:
Ήταν τόσος ο συνωστισμός, που χρειάστηκε να επέμβουν οι φύλακες, για να κυκλοφορεί ελεύθερα. Φωτορεπόρτερ, σκιτσογράφοι, δημοσιογράφοι αντιπρόσωποι όλων των τάξεων. Ο ερχομός του είχε κάνει να ξεσηκωθεί ολόκληρη η Αθήνα. Ο κόσμος ήταν περίεργος να δει πως θα φερνόταν, τι στάση θα τηρούσε μπροστά στο αθάνατο έργο του. Από φόβο μη συγκινηθεί, τον πέρασαν -γιατί ο συνωστισμός του κόσμου ήταν αδιαπέραστος- πρώτα από άλλα μνημεία. Τ’ αναγνώριζε όλα, τα θυμόταν με κάθε λεπτομέρεια.
Όταν, τέλος, κατά τις 7 το βράδυ έφθασε μπροστά της, ζήτησε να του ανοίξουν το κιγκλίδωμα και μπήκε. Κοίταξε σιωπηλά το έργο του, κι απ’ το ρυτιδωμένο του μέτωπο πέρναγαν χίλιες εικόνες. Τα μάτια του μια βούρκωναν, μια γέλαγαν και μια κατσούφιαζαν. Μια ταραχή, μια πάλη γινόταν μέσα του και τα κρυφά βλέμματα που ‘ριχνε στο πλήθος, ενώ έμενε ασκεπής μπροστά στο έργο της νιότης του, μαρτυρούσαν πως φοβόταν μην προδοθεί.
Κάποιος, τότε, του ‘πε: «Λένε πως την έπλυναν με άκουα φόρτε και χάλασε». Άπλωσε το χέρι του, θώπευσε τις αρμονικές πτυχές του υφάσματος, γέλασε ζωηρά και είπε, ενώ το χέρι του στηριζόταν απάνω στο μάρμαρο με τρυφερότητα: «Δεν χαλάει!»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου