Υπάρχουν επαγγέλματα που δεν χάνονται απλώς, αλλά παίρνουν μαζί τους έναν ολόκληρο κόσμο... Έναν κόσμο γεμάτο ήχους, μυρωδιές και μια μοναδική, συλλογική κουλτούρα!
Γράφει ο
Νίκος Λακασάς.Για την ελληνική ύπαιθρο, και ιδίως για περιοχές που έζησαν και ανέπνευσαν με τον ρυθμό της γης, όπως τα μέρη που μεγαλώσαμε ο καπνός ήταν αυτός ο κόσμος.
Αν και η δική μου οικογένεια, ήταν οικογένεια εμπόρων και δεν έζησα το χωράφι από κοντά, ωστόσο οι αναμνήσεις μου είναι άμεσα συνδεδεμένες με την αγροτική ζωή.
Σήμερα, αν περπατήσει κανείς στα χωράφια τον Οκτώβριο, θα συναντήσει ίσως τη σιωπή, ή την ευωδιά άλλων καλλιεργειών. Όμως, κάποτε, αυτός ο μήνας ήταν η κορύφωση ενός ολόκληρου κύκλου ζωής.
Το επάγγελμα του καπνοπαραγωγού ήταν σκληρό, επίπονο, αλλά βαθιά συνδεδεμένο με την οικογενειακή ζωή. Η δουλειά ξεκινούσε από το χάραμα, πριν ακόμα ζεστάνει ο ήλιος, για να μαζευτούν τα φύλλα του καπνού, οι γνωστές «πεταλούδες». Τα χέρια έπρεπε να είναι γρήγορα και επιδέξια, καθώς έσπαγαν με προσοχή τα κάτω, ώριμα φύλλα, τα οποία συχνά είχαν μια κολλώδη, ελαιώδη υφή.
Η εικόνα του καπνοχωραφιού ήταν σαν ένας πίνακας: δεκάδες άνθρωποι, άντρες, γυναίκες, παιδιά, σκυμμένοι πάνω από τη γη. Δεν υπήρχαν μηχανές... αργότερα μπήκαν στο κάδρο αυτές... υπήρχε μόνο η ανθρώπινη αλυσίδα. Οι κουβέντες, τα πειράγματα και, κυρίως, τα τραγούδια της δουλειάς γέμιζαν τον αέρα, κάνοντας την κούραση πιο υποφερτή.
Μετά τη συγκομιδή, ακολουθούσε η ιεροτελεστία του «αρμαθιάσματος» ή «σουβλίσματος». Τα φύλλα περνιόνταν ένα-ένα, μεθοδικά, σε χοντρές κλωστές ή σύρμα, δημιουργώντας μεγάλες αρμαθιές.
Και μετά, ερχόταν η μαγεία: οι αρμαθιές απλώνονταν στις αποθήκες σε ξύλινους σκελετούς ή στα χωράφια, εκτεθειμένες στον ήλιο για να ξηραθούν. Η μυρωδιά του καπνού, γλυκόπικρη και έντονη, διαπερνούσε όλο το χωριό. Ήταν η μυρωδιά της προκοπής, της ελπίδας, του μόχθου που μετατρεπόταν σε εισόδημα....
Ο καπνός αποτέλεσε τη ραχοκοκαλιά της πιερικής οικονομίας για δεκαετίες.
Πλήρωσε σπουδές... έχτισε σπίτια... στήριξε οικογένειες...
Ωστόσο, η παγκοσμιοποίηση, οι αλλαγές στις προτιμήσεις των καταναλωτών και η αλλαγή της αγροτικής πολιτικής της Ευρώπης έφεραν το τέλος!
Σιγά-σιγά, οι καπνοφυτείες λιγόστεψαν. Οι αποθήκες έμειναν άδειες, με τις σκεπές τους να καταρρέουν, να λειτουργούν πια ως μνημεία ενός παρελθόντος. Οι «πεταλούδες» χάθηκαν από τα χέρια, και μαζί τους χάθηκε η μοναδική συλλογικότητα και η αλληλεγγύη του χωραφιού.
Σήμερα, ο Οκτώβριος φέρνει μόνο τη νοσταλγία για εκείνη τη γεύση του καπνού, για τους ήχους των αρμαθιών, και για μια ζωή που, αν και σκληρή, ήταν ριζωμένη βαθιά στη γη και τον ανθρώπινο δεσμό.
Μένουν μόνο οι ιστορίες των παππούδων και των γιαγιάδων, για να μας θυμίζουν τον τρόπο που μύριζε κάποτε η δουλειά και η ζωή στην ελληνική ύπαιθρο....
Νίκος Λακασάς
Ενεργός δημότης

Μακριά από αυτήν την κατάρα
ΑπάντησηΔιαγραφή