Το παγκόσμιο δημόσιο χρέος αναμένεται πως θα φτάσει τα 100 τρισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). Πρόκειται για ένα μέγεθος που αντιστοιχεί στο 93% του παγκόσμιου ΑΕΠ και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ έως το τέλος της δεκαετίας το ποσοστό θα ανέλθει στο 100%.
Εάν οι προβλέψεις επιβεβαιωθούν αυτό θα σημαίνει πως το χρέος μέσα σε μια εξαετία θα ξεπεράσει το ανώτατο όριο 99% που έχει καταγραφεί κατά την περίοδο της πανδημίας COVID-19 και θα είναι μεγαλύτερο κατά 10% από το 2019, δηλαδή προτού η πανδημία εκτινάξει τις κρατικές δαπάνες. Το δημόσιο χρέος σε συνδυασμό με το ιδιωτικό ξεπερνάει σήμερα τα 305 τρισεκατομμύρια δολάρια και οι εκτιμήσεις είναι εξαιρετικά δυσοίωνες. Οικονομολόγοι προειδοποιούν πως αυτή η πορεία... «δεν θα τελειώσει καλά»
«Η κατάσταση είναι χειρότερη από αυτή που πιστεύουμε»
Στην έκθεση του ΔΝΤ εκφράζονται ανησυχίες για την πορεία των δημοσιονομικών παγκοσμίως, με την η Ίρα Ντάμπλα-Νόρις, υποδιευθύντρια του τμήματος δημοσιονομικών υποθέσεων του ΔΝΤ, να υπογραμμίζει πως «υπάρχουν λόγοι για να πιστεύουμε ότι η κατάσταση είναι χειρότερη».
Όπως επισήμανε από την εμπειρία γνωρίζουμε πως το πραγματικό μέγεθος του χρέους συχνά υποεκτιμάται, καθώς οι προβολές έχουν την τάση να είναι υπερβολικά αισιόδοξες, «είτε επειδή είναι υπερβολικά αισιόδοξες οι κυβερνήσεις αναφορικά με τις προβλέψεις τους για την ανάπτυξη είτε επειδή οι δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις δεν υλοποιούνται ποτέ πλήρως».
Οι προϋπολογισμοί, όπως επισημαίνεται σε προηγούμενη έκθεση του ΔΝΤ, επιβαρύνονται πλέον με υψηλότερες δαπάνες και για την άμυνα και την ενεργειακή ασφάλεια λόγω των αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων, ενώ υψηλότερες δαπάνες καταγράφονται και για την αντιμετώπιση της γήρανσης του πληθυσμού, την πράσινη μετάβαση και την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Επίσης υπάρχει ένα μεγάλο απροσδιόριστο χρέος. Μια ανάλυση σε περισσότερες από 30 χώρες διαπιστώνει ότι το 40% μη αναγνωρισμένου χρέους προέρχεται από ενδεχόμενες υποχρεώσεις και δημοσιονομικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν τα κράτη. Ιστορικά, το απροσδιόριστο χρέος κυμαίνεται από 1% έως 1,5% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο και αυξάνεται απότομα σε περιόδους οικονομικής πίεσης και κρίσεων.
Μολονότι τα κράτη έχουν ήδη ανακοινώσει κάποιες δημοσιονομικές προσαρμογές, δεν είναι απαραίτητο ότι αυτές θα είναι αρκετές ώστε να επιτρέψουν τη σταθεροποίηση του δημόσιου χρέους και ακόμα λιγότερο τη μείωσή του, ακόμα κι αν υλοποιηθούν πλήρως, σημείωσε.
Υπό πίεση και οι μεγαλύτερες οικονομίες
Όπως επισημαίνεται από το ΔΝΤ, σε ορισμένες από τις μεγάλες οικονομίες, μεταξύ των οποίων και η αμερικανική και η κινεζική, βλέπουμε το χρέος τους να συνεχίζει να αυξάνεται, χωρίς όμως να υπάρχει κάποια ένδειξη ότι η τάση αυτή θα αντιστραφεί. Για να υπάρξει πραγματική μείωση του δημόσιου χρέους, θα ήταν απαραίτητη μια προσαρμογή 3,8% του ΑΕΠ κάθε χρόνο μέχρι το τέλος της δεκαετίας, έναντι του 1% που εξεταζόταν μέχρι σήμερα.
Εκτός από τις ΗΠΑ και την Κίνα, το χρέος προβλέπεται να συνεχίσει αυξανόμενο και στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία, την Ιταλία, τη Βραζιλία και τη Νότια Αφρική. Πρόκειται για μεγάλες οικονομίες, οι οποίες εκτιμάται πως θα βρεθούν αντιμέτωπες με δαπανηρές συνέπειες.
«Όσο αναβάλλεται η προσαρμογή τόσο θα απαιτείται μεγαλύτερη διόρθωση. Και η καθυστέρηση μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά επικίνδυνη. Η προηγούμενη εμπειρία μας έχει δείξει ότι το υψηλό χρέος και η έλλειψη αξιόπιστων δημοσιονομικών σχεδίων μπορεί να προκαλέσει δυσμενείς αντιδράσεις στην αγορά, περιορίζοντας τις δυνατότητες των κρατών να αντιμετωπίσουν μελλοντικά κάποια κρίση», υπογράμμισε η Ίρα Ντάμπλα-Νόρις.
Μια «βόμβα» στην παγκόσμια οικονομία
Σημειώνεται πως το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στο δημόσιο χρέος. Το ιδιωτικό χρέος των νοικοκυριών και των μη χρηματοοικονομικών ιδιωτικών επιχειρήσεων αντιπροσώπευε στα τέλη του 2023 το 146% του παγκόσμιου ΑΕΠ, σύμφωνα με τα δεδομένα του ΔΝΤ. Αθροιστικά οι δύο τομείς συνθέτουν μια «βόμβα» στην παγκόσμια οικονομία, όπως προειδοποιούν οικονομολόγοι. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών (IIF) το συνολικό μέγεθός ξεπερνάει πλέον τα 307 τρισεκατομμύρια δολάρια, φτάνοντας το 2023 σε επίπεδα ρεκόρ.
Μια ματιά στη σύντομη ιστορία του χρέους καταδεικνύει και τους λόγους της ανησυχίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΝΤ, το 2020 ήταν 226 τρισεκατομμύρια δολάρια. Ένα χρόνο αργότερα, το 2021, εκτοξεύτηκε στα 303 τρισεκατομμύρια δολάρια. Αυτή ήταν και η μεγαλύτερη ετήσια αύξηση που έχει καταγραφεί από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το 2023, όχι μόνο δεν υπήρξε αποκλιμάκωση όπως πολλοί ενδεχομένως να περίμεναν μετά το τέλος της πανδημίας του κορονοϊού, αλλά σημείωσε νέο ρεκόρ και ώθησε τον λόγο χρέους προς το ΑΕΠ σε παγκόσμιο επίπεδο – που στο παρελθόν κινούταν πτωτικά - στο 336%. Η αντίστοιχη αναλογία το 2012 ήταν 110% για τις προηγμένες οικονομίες και μόλις 355 για τις αναδυόμενες. Σε απόλυτα μεγέθη, σε σχέση με δεκαετία νωρίτερα, το παγκόσμιο χρέος έχει αυξηθεί κατά 100 τρισεκατομμύρια δολάρια.
«Τα επίπεδα ρεκόρ χρέους και τα υψηλά επιτόκια έχουν θέσει πολλές χώρες σε τροχιά κρίσης», δήλωσε ο Ιντερμίτ Γκίλ, επικεφαλής οικονομολόγος και αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας. Και το 2024 αναμένεται η ασθενέστερη οικονομική ανάπτυξη μετά από την πανδημία. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση Chief Economists Outlook του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, 6 στους 10 επικεφαλής οικονομολόγους αναμένουν πως η παγκόσμια οικονομία θα αποδυναμωθεί φέτος. «Η ανάπτυξη θα παραμείνει αδύναμη, αφήνοντας πολλές αναπτυσσόμενες χώρες – ιδίως τις φτωχότερες- εγκλωβισμένες σε μια παγίδα, παραλυτικών επιπέδων χρέους».
Αναλυτές εκφράζουν φόβους πως ενδεχομένως κάποιες χώρες δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στα χρέη τους και αυτό - ανάλογα και με το πλήθος και τη βαρύτητα των χωρών - θα μπορούσε να πυροδοτήσει πανικό στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές και ένα νέο κύκλο οικονομικής επιβράδυνσης. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ το 60% των χωρών χαμηλού εισοδήματος βρίσκονται ήδη στο «σημείο μηδέν» ή κοντά σε αυτό.
«Οι αδύναμοι θα χρεοκοπήσουν άμεσα, οι πιο ισχυροί θα έχουν έναν αργό δημοσιονομικό θάνατο»
Ο οικονομολόγος Άρθουρ Λάφερ Τζούνιορ, πρόεδρος στη συμβουλευτική εταιρεία επενδύσεων και περιουσίας Laffer Tengler Investments, προειδοποίησε μιλώντας στο CNBC πως «ο κόσμος αντιμετωπίζει ήδη μια κρίση χρέους που θα διαρκέσει τα επόμενα 10 χρόνια». «Το χρέος σε παγκόσμιο επίπεδο πλησιάζει στα ύψη και δεν θα τελειώσει καλά», πρόσθεσε.
Ο Άρθουρ Λάφερ δεν περιορίζει ωστόσο το πρόβλημα του χρέους στις φτωχότερες χώρες. Ενώ οι αναδυόμενες οικονομίες ενδεχομένως οδηγηθούν σε άμεση χρεοκοπία, «ορισμένες από τις μεγαλύτερες χώρες που δεν θα αντιμετωπίζουν το πρόβλημα χρέους τους θα μπορούσαν να βρεθούν αντιμέτωπες με «έναν αργό δημοσιονομικό θάνατο».
Σημειώνεται πως κορυφαίες παγκόσμιες οικονομίες, όπως οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιαπωνία και η Γαλλία ευθύνονται για πάνω από το 80% της συσσώρευσης του χρέους το 2023, ενώ ισχυρές αναδυόμενες οικονομίες, όπως η Κίνα, η Ινδία και η Βραζιλία κατέγραψαν τις πιο έντονες αυξήσεις.
Ο οικονομολόγος προειδοποιεί ότι το πρόβλημα της αποπληρωμής του χρέους θα ενισχυθεί λόγω και του δημογραφικού. Ο πληθυσμός στις ανεπτυγμένες χώρες συνεχίζει να γερνάει και το εργατικό δυναμικό περιορίζεται. «Υπάρχουν δύο κύριοι τρόποι για να καλυφθεί αυτό το ζήτημα: να αυξήσετε τους φόρους ή να αναπτύξετε την οικονομία σας πιο γρήγορα από ό,τι συσσωρεύεται το χρέος», είπε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου