ΠΙΕΡΙΚΗ - Επιλεγμένες ειδήσεις για την ενημέρωση και την ψυχαγωγία σας - ΠΙΕΡΙΚΗ - Είστε η φωνή μας - Στείλτε μας τις δικές σας ειδήσεις στο pierikinews@gmail.com

20/2/25

Η αλήθεια των αριθμών για την αγορά της Θεσσαλονίκης που κανένας δεν θέλει να δει

 


Τα στοιχεία και τα συμπεράσματα από την ετήσια έρευνα του ΕΒΕΘ που παρουσιάστηκε χθες για τα αποτελέσματα του 2024 και τις προσδοκίες του 2025 των επιχειρήσεων της Θεσσαλονίκης δεν περιείχαν κάποια έκπληξη. Όλα τα στοιχεία, στα οποία κατέληξαν ο επικεφαλής ερευνών της εταιρείας Palmos Analysis, που διεξήγαγε την έρευνα, Πασχάλης Τεμεκενίδης, και οι συνεργάτες του, είναι γνωστά και προβλέψιμα για όποιον παρακολουθεί τα ζητήματα της αγοράς. Παρ’ όλα αυτά οι αριθμοί και τα ποσοστά στα θέματα της οικονομίας έχουν μεγάλη βαρύτητα. Πολύ περισσότερο που στην προκειμένη περίπτωση υπάρχει ένα στοιχείο που μας επιτρέπει να δούμε πιο καθαρά την εικόνα. Στην έρευνα πήραν μέρος περισσότερες από 600 επιχειρήσεις του νομού Θεσσαλονίκης, άρα το κλίμα που προκύπτει για την τοπική επιχειρηματικότητα είναι αξιόπιστο κι αυθεντικό. Κάτι που είναι το ζητούμενο σε μία έρευνα σαν κι αυτήν, στην οποία οι απαντήσεις έχουν να κάνουν με την αίσθηση όσων ερωτώνται και όχι με την ανάλυση συγκεκριμένων στοιχείων, όπως για παράδειγμα είναι οι ισολογισμοί ή τα βιβλία των επιχειρήσεων. Διότι μόνο με την γνώση της νοοτροπίας και την κατανόηση του κλίματος στην αγορά μπορούν να προκύψουν εφαρμόσιμες προτάσεις που θα βοηθήσουν στην άρση των αδιεξόδων και στη δημιουργία ρεαλιστικών αναπτυξιακών προοπτικών, κάτι που αποτελεί το ζητούμενο. Ζήτημα με το οποίο θα πρέπει να ασχοληθεί προσεχώς το ΕΒΕΘ, σύμφωνα με τον επίτιμο πρόεδρό του Μανώλη Βλαχογιάννη, ο οποίος βρισκόταν στην παρουσίαση.

Μεγάλα προβλήματα, μικρές προσδοκίες

Σύμφωνα, λοιπόν, με την έρευνα του ΕΒΕΘ, τα μεγαλύτερα προβλήματα και τις χαμηλότερες προσδοκίες στην αγορά έχουν οι μικρές και οι πολύ μικρές επιχειρήσεις. Στην ουσία πρόκειται για επιχειρήσεις με προσωπικό έως 10 άτομα και τζίρο χαμηλότερο του ενός εκατομμυρίου ευρώ τον χρόνο. Οι επιχειρήσεις, λοιπόν, με αυτά τα χαρακτηριστικά δηλώνουν λιγότερο ικανοποιημένες και περισσότερο απογοητευμένες από το 2024, λιγότερο αισιόδοξες και περισσότερο απαισιόδοξες για το 2025, έχουν πολύ μεγαλύτερες ανάγκες ρευστότητας, αφού δεν έχουν ευχερή πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα, δυσκολεύονται πολύ από την αύξηση των λειτουργικών εξόδων και κυρίως της ενέργειας, ενώ και οι προοπτικές αύξησης προσωπικού είναι σε αυτού του μεγέθους τις επιχειρήσεις εξαιρετικά περιορισμένες, στην πραγματικότητα πολύ μικρές.  

Στην αρχή μιας νέας χρονιάς κατά την οποία η πρόβλεψη είναι ότι η ελληνική οικονομία θα «τρέξει» με περίπου 2,5%, ενώ και η Θεσσαλονίκη δείχνει να παίρνει κάποιες οικονομικές, λειτουργικές και κοινωνικές ανάσες, καθένα από αυτά τα στοιχεία συνιστά πρόβλημα. Πολύ περισσότερο όταν συνυπάρχουν όλα μαζί και αναβαθμίζουν το πρόβλημα σε… υπαρξιακό. Διότι -όπως φαίνεται- ναι μεν το τοπίο στην ελληνική οικονομία αλλάζει, εκσυγχρονίζεται και περιθωριοποιεί πολλά από τα αντιπαραγωγικά στοιχεία που υπάρχουν και στην πράξη λειτουργούν ως βαρίδια, αλλά από την άλλη η μετάβαση αυτή γίνεται αργά και επώδυνα για πολλούς από τους παράγοντες της αγοράς. Αν και στο τέλος του δρόμου το τοπίο θα περιλαμβάνει ελάχιστους μικρομικρούς των επιχειρήσεων, μέχρι τότε το κοινωνικό κόστος που θα καταβληθεί αναμένεται να είναι βαρύ. Κι αυτό επειδή αφενός η ελπίδα πεθαίνει τελευταία και αφετέρου επειδή τη συγκεκριμένη ελπίδα καλλιεργούν στους… ελπίζοντες πολλοί παράγοντες που κινούνται γύρω τους. Από τις συλλογικότητες στις οποίες συμμετέχουν και ανήκουν -από τα Επιμελητήρια μέχρι τους συνδικαλιστικούς φορείς-, αλλά και από το πολιτικό σύστημα, που όταν αναφέρεται στην αγορά επισημαίνει την ανάγκη και τις δυνατότητες της ανάπτυξης χωρίς αστερίσκους, κάτι που «βοηθάει» τον καθένα, ακόμη και τον πιο μικρό και ανοργάνωτο, να τοποθετεί τον εαυτό του σε αυτό το αισιόδοξο κάδρο.     

Οι χαμένες ευκαιρίες


Την τελευταία δεκαετία η Ελλάδα είχε δύο ευκαιρίες και τις έχασε και τις δύο. Κάτι που μπορεί να μην προκαλεί έκπληξη -η χώρα είναι κατ’ εξοχήν η χώρα που βλέπει τα τρένα να περνούν-, αλλά παράγει αποτελέσματα. Η πρώτη ευκαιρία ήταν η οικονομική και γενικότερη κρίση της δεκαετίας του 2010, τότε που η Ελλάδα χρεοκόπησε και η απαίτηση για αλλαγή παραγωγικού μοντέλου στην οικονομία έγινε εμφανής δια γυμνού οφθαλμού από όλους και προβλήθηκε ως αδήριτη ανάγκη. Στην πράξη υπογράφηκαν τρία μνημόνια, έγιναν παρεμβάσεις και αλλαγές, αλλά η ουσία παρέμεινε ανέγγιχτη. Κυρίως παραμένει το πολυκερματισμένο επιχειρηματικό μοντέλο στους περισσότερους τομείς της αγοράς, ενώ οι ηρωικοί μικρομεσαίοι αποθεώνονται, χωρίς κάποιος να εξηγεί τα πώς και τα γιατί. Παρά το υποχρεωτικό συμμάζεμα του δημοσίου, η χώρα εξακολουθεί εν πολλοίς να ζει πάνω από τις δυνάμεις της και να εισάγει κατά ριπάς για να ικανοποιήσει τη ζήτηση. Ο τουρισμός επιφέρει μια κάποια ισορροπία στο ισοζύγιο, αλλά δεν αρκεί ακόμη και στα καλύτερά του, ενώ η υπόθεση της Σαντορίνης δείχνει πόσο ευάλωτη είναι η κατάσταση.

Η δεύτερη -μικρότερη- ευκαιρία για την Ελλάδα ήταν η περίοδος της πανδημίας. Διότι ο κορωνοϊός χωρίς να του το ζητήσει κανείς επέβαλε τους δικούς του κανόνες στην αγορά, τους οποίους, όμως, οι μικρότεροι αγνόησαν, εάν δεν τους περιφρόνησαν. Το 2024 οι εξ’ αποστάσεως ηλεκτρονικές αγορές στην Ελλάδα ξεπέρασαν τα 18 δισ. ευρώ, μέγεθος πολύ μεγαλύτερο από την προ πανδημίας περίοδο. Έστω κι αν ακόμη μέχρι σήμερα το συγκεκριμένο μέγεθος αποτελεί μικρό κλάσμα του όγκου των φυσικών αγορών, αφορά ελάχιστα τους μικρομικρούς, οι οποίοι χάνουν έδαφος στις εμπορικές πιάτσες, ενώ δεν αποκομίζουν οφέλη από τα νέα κανάλια πωλήσεων, που προσφέρει η ψηφιακότητα. Ειδικά στη Θεσσαλονίκη η εικόνα της δομής του λιανεμπορίου είναι προβληματική για τους μικρούς, οι οποίοι αγωνίζονται ηρωικά, αλλά μάλλον μάταια, όπως ο πνιγμένος που πιάνεται από τα μαλλιά του. Στην αγορά του κέντρου ο τζίρος των πολυκαταστημάτων και των μεγάλων αλυσίδων καλύπτει το 90% του συνόλου και διαρκώς ανεβάζει ποσοστά, ενώ τα κλειστά εμπορικά καταστήματα παραμένουν εκατοντάδες. Το Μετρό στην ωρίμανσή του ενδεχομένως να βελτιώσει την κατάσταση, αφού διέρχεται από την εμπορικά καθημαγμένη Εγνατία, αλλά -κατά το κοινώς λεγόμενο- ο δρόμος δεν έχει γυρισμό. Αν μάλιστα πιστέψουμε τις δηλώσεις των εμπόρων της Θεσσαλονίκης για τη φετινή εορταστική περίοδο που καταγράφονται στην έρευνα του ΕΒΕΘ, αλλά και τα όσα λέει ο Εμπορικός Σύλλογος της πόλης, το… κάθε πέρσι και καλύτερα συνεχίζεται. Όπως σκωπτικά παρατήρησε χθες ο Π. Τεμεκενίδης, ο άνθρωπος που επί 12 χρόνια επιμελείται της ετήσιας έρευνας του ΕΒΕΘ, αν το αρνητικό πρόσημο στις πωλήσεις που κάθε χρόνο βάζουν οι έμποροι της Θεσσαλονίκης ήταν πραγματικό, τότε οι πωλήσεις θα είχαν… μηδενιστεί.        



ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΤΗΝ ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου